Κριτικά Σημειώματα

Περιοδικό “ΕΙΚΑΣΤΙΚΑ”
Γράφει ο Μάνος Στεφανίδης
Ιστορικός Τέχνης - Τεχνοκριτικός

Ονομάζουμε Intimistes, τους ζωγράφους εκείνους των αρχών του περασμένου αιώνα που μετέτρεψαν την θεματολογία του εμπρεσσιονισμού, προς τα ζεστά, χαμηλόφωνα εσωτερικά των αστικών σπιτιών, καλλιεργώντας τη μυστική υποβολή τους. Επόμενο στάδιο εξέλιξης στάθηκε ο Matisse, σε αυτόν όμως ο διακοσμητικός πλούτος του χρώματος, γίνεται ο καθοριστικός άξονας της σύνθεσης. Σε αυτό λοιπόν το κλίμα του “εντιμισμού” δηλαδή της εμπρεσσιονιστικής, χρωματικής κλίμακας και της σύζευξής της με την ηθογραφία και τα θέματα εσωτερικού, κινείται η δουλειά του Μιχάλη Αμάραντου που παρουσίασε την δεύτερη ατομική του έκθεση. Με τα έργα που είναι λάδια και παστέλ, επιδιώκει αυτό που λέμε “ιδιάζουσα ατμόσφαιρα” ή “ψυχολογία” του χώρου (λέγεται επίσης και ο αδόκιμος όρος “εσωτερικοποίηση” του χώρου). Με άλλα λόγια θέλει να περάσει τον θεατή, μέσα από τον συνδυασμό πλαστικών στοιχείων και αδρής, ελεύθερης γραφής, την αισθησιακότητα που εκπέμπει ένα προσόψι ακουμπισμένο σε μια καρέκλα ή ένα μπαλκόνι που βλέπει τον νυχτερινό ουρανό. Καμπύλα και γραμμικά θέματα συμπλέκονται  μέσα από μοιρασμένες μικροφόρμες με μιαν αντίληψη που θυμίζει Vuillard και Bonnard. Συχνά το θέμα προβάλλεται, με ένα έξυπνο εύρημα, έξω από το πασπαρτού με μια κίνηση να έρθει κοντύτερα στον θεατή ή αφήνοντας μεγάλες φόρμες με σχηματικό πλάσιμο να δεσπόζουν μέσα στο έργο, συνδυάζοντας τη διακοσμητική διάθεση με ένα χτίσιμο της σύνθεσης πιο μόνιμο.
Ενδιαφέρον επίσης παρουσιάζει η σχεδιαστική άποψη που καλλιεργεί ο ζωγράφος, με μια γρήγορη κίνηση προσπαθεί να ελέγξει τον ζωγραφικό του χώρο και να αποδώσει με μια γενικευτική αδρότητα τα επιμέρους θέματα, έτσι ώστε να γίνουν άμεσα αλλά όχι naif.
Πάντως αυτή η σκόπιμη απλοϊκότητα της γραφής χρειάζεται περισσότερη προσπάθεια για να φτάσει στο ώριμο και λιτό αποτέλεσμα που συναντάμε -χωρίς αυτό να λέγεται με διάθεση αξιολογική ή συγκριτική- σε ορισμένα έργα του Matisse.



Περιοδικό “ΕΙΚΑΣΤΙΚΑ”
Γράφει ο Γιώργος Μάρκου
Δρ Ιστορίας της Τέχνης

Ένας χώρος επηρεασμένος από τους Fauves, με νύξεις μιας φουτουριστικής σημειολογίας (Severini, Balla), γεμάτος αφηγηματικά λυρικά στοιχεία από την καθημερινή ζωή του καλλιτέχνη, είναι τα έργα (λάδια-παστέλ) του Μιχάλη Αμάραντου, που είδαμε στην αίθουσα τέχνης “Athenaeum Art Gallery” της Νόρας Σταματιάδου.

Ο Μιχάλης Αμάραντος τελείωσε την Α.Σ.Κ.Τ με δασκάλους τον Δ. Μυταρά και τον Δ. Κοκκινίδη, έχει λάβει μέρος σε πολλές ομαδικές εκθέσεις, αυτή είναι η τρίτη ατομική του έκθεση και έχει διακριθεί με τιμητική διάκριση από την Ένωση Ευρωπαίων Δημοσιογράφων, το ιταλικό καλλιτεχνικό σωματείο “Ανδρομέδα” και τα ΕΛ.ΤΑ όπου πήρε το πρώτο βραβείο για την φιλοτέχνιση γραμματόσημου.
Τα πρόσφατα έργα του είναι μεγάλα χρωματικά πεδία, που θυμίζουν χώρους του Matisse, με καθαρά αμιγή χρώματα, αρμονικά δεμένα μεταξύ τους, που δίχως να είναι αφίσσα έχουν τα πλεονεκτήματά της -ο θεατής αντιλαμβάνεται αμέσως τον μύθο- δίνουν λύση και πλοκή στα σημερινά οράματα του καλλιτέχνη.
Η γραφή του είναι λιτή, και αν παρατηρήσεις σωστά το έργο, θα διαπιστώσεις ότι αυτή είναι η πρόθεση του καλλιτέχνη και ότι το έργο του διακρίνεται από ειλικρίνεια και ωριμότητα. Το τέχνασμα-επινόηση, το θέμα του καλλιτέχνη να περνάει τα όρια του τελλάρου και να απλώνεται στο πασπαρτού, ώστε να προσεγγίζει περισσότερο τον θεατή, είναι δοσμένο με ιδιαίτερη επιτυχία.
Ο Μιχάλης Αμάραντος με αυτή την τρίτη κατά σειρά ατομική του έκθεση μας βεβαιώνει ακόμη μια φορά για το προσωπικό του ύφος (καμμία επίδραση, όπως συμβαίνει με αρκετούς από τους δασκάλους της Α.Σ.Κ,Τ), και την ωριμότητα που τον διακρίνει.



Περιοδικό “ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΛΟΓΟΣ”
Γράφει ο Στέλιος Λυδάκης
Δρ Ιστορίας της Τέχνης

Στα έργα του Μιχάλη Αμάραντου εντείνεται η χρωματική οντότητα των απλούστερων πραγμάτων του άμεσου περιβάλλοντός του, με αποτέλεσμα να αλλάξει η εκφραστική τους γλώσσα. Γίνεται πιο περιεκτική, πιο ενδιαφέρουσα τουλάχιστον στα πλαίσια μιας εικόνας, που όλη της η ζωτικότητα βασίζεται στο χρώμα. Με αίσθημα, που προϋποθέτει πραγματικό ταλέντο και καλή προπαίδεια, δομεί συνθέσεις, που όσο απλές και αν φαίνονται, είναι στην πραγματικότητα υπολογισμένες στην κάθε τους λεπτομέρεια. Σε αυτές κάθε στοιχείο της πραγματικότητας μετουσιώνεται σε εικαστικό μέσο και επιφορτίζεται πρωταγωνιστικό ρόλο. Γιατί ο Αμάραντος δεν επιδιώκει τίποτα περισσότερο, από την δημιουργία μιας ζωγραφικής εικόνας, που είναι αυτάρκης και αυτοτελής.
Δεν ξανοίγεται σε νοήματα οποιασδήποτε μορφής. Η ζωγραφική του είναι πρωτογενής: μια οπτική κατάκτηση ενεργοποιημένη από τον προσωπικό λυρισμό. Τεχνοτροπικές προυποθέσεις προσφέρουν οι φωβ, οι Nabis, o Matisse, η ίδια όμως τεχνοτροπία του Μιχάλη Αμάραντου ερμηνεύει το ίδιο του το αίσθημα και μορφοποιεί μια δροσερή ποιητική φλέβα.



Από Κατάλογο έκθεσης
Γράφει ο Στέλιος Λυδάκης
Δρ Ιστορίας της Τέχνης

Λίγο να αλλάξουν οι σχέσεις των πραγμάτων μεταξύ τους και αμέσως ο κόσμος αποκαλύπτεται από μια διαφορετική σκοπιά. Απαλλάσσεται από την στερεότυπη μορφή του και δεν επιβάλλεται πια σαν πραγματικότητα, αλλά σαν μια υποκειμενική-φανταστική σύλληψη. Η υποκειμενική άποψη του κόσμου είναι πάντα βιωματική και εμπλουτίζεται από το συναίσθημα, που συμφιλιώνει και εμψυχώνει την εικόνα.
Ο Μιχάλης Αμάραντος μεταβάλλει την πραγματικότητα που τον περιβάλλει σε εικαστικό βίωμα φιλτράρωντας μια σχέση απλή και μεστή ταυτόχρονα. Μέσα σε ένα απόσπασμα υποκειμενικοποιείται η προοπτική και δυναμώνουν τα χρώματα, ενώ τα ίδια τα αντικείμενα δρουν ρυθμικά οργανώνοντας την σύνθεση.
Αποφεύγεται με κάθε τρόπο η στερεότυπη και σταθερή συσχέτιση, επιδιώκεται αντίθετα η ρευστή και ελεύθερη παρουσία. Για αυτό η εικόνα αποκτά ονειρική υφή και ποιητικολυρικό χαρακτήρα. Θαυμάσια είναι η ζωντανή, φωτεινή χρωματική γκάμα, ενώ ο ανοιγματικός χώρος που υποδοιλεί απλώς την ανθρώπινη παρουσία χωρίς να την υπογραμμίζει, προδίδει την υφή της “ νεκρής φύσης” στο σύνολο.
Από τεχνοιστορικής πλευράς ο Αμάραντος κινείται στα πλαίσια της λυρικότητας των Nabis και του Matisse, καταφέρνει όμως να δημιουργεί ένα τέλεια προσωπικό ύφος, που χαρακτηρίζεται από την αμεσότητα του βιώματος και το σίγουρο αίσθημα για την χρωματική ισορροπία.



Από Κατάλογο έκθεσης
Γράφει ο Τάσος Ρούσσος
Συγγραφέας

Η θεματική του Μιχάλη Αμάραντου αρέσκεται να ασχολείται με την φύση. Να την απεικονίζει, να την αναπαράγει με μία επίφαση ρεαλισμού, που τον μεταχειρίζεται βασικά ως σήμα, ως οδοδείκτη. Τον ενδιαφέρει να μας προσανατολίζει περισσότερο σε ένα χώρο ρεαλιστικό ή με γνωρίσματα ρεαλισμού και ορισμένες φορές τον σηματοδοτεί με “νεκρές φύσεις” που πλαισιώνονται από παρόμοιο ή παράλληλο φυσικό περίγυρο.
Τα χρώματα του έχουν ενάργεια και μια “κρυφή” ενέργεια, με αποτέλεσμα να μας προκαλούν τα συναισθήματα της καθημερινότητας στις πιο γαλήνιες και προσωπικές στιγμές της. Τη ζωτικότητα κάποιου ωραίου πρωινού, τις ήσυχες ώρες δίπλα στα αγαπημένα μας αντικείμενα ή την αόριστη θλίψη, τη μελαγχολία ενός απογεύματος. Το ύφος του επιβάλλεται “ανεπαισθήτως”.
Είναι ο ζωγράφος που, χωρίς εξωτερικά μέσα, υποβάλλει και επιβάλλει ένα προσωπικό ύφος, όχι μόνο για την χρωματική του πολυφωνία, αλλά και για την “κινηματογραφική”  οπτική των έργων του. Λίγο να μισοκλείσεις τα μάτια, ακούς ανθρώπινες ομιλίες.
Είναι οι άνθρωποι. Συζητούν αθέατοι μέσα στα έργα του.



Από Κατάλογο έκθεσης
ΟΤΑΝ ΤΟ ΧΡΩΜΑ ΤΑΥΤΙΖΕΤΑΙ ΜΕ ΤΟ ΦΩΣ Ή  ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΤΟ ΧΡΩΜΑ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΦΩΣ
Γράφει η Ντόρα Ηλιοπούλου-Ρογκάν
Δρ Ιστορικός της Tέχνης - Tεχνοκριτικός

Στη θέαση των ζωγραφικών έργων του Μιχάλη Αμάραντου έχεις την αίσθηση ότι, αντί να βλέπεις μόνο, ακούς και απολαμβάνεις μια μουσική μελωδία. Μια μελωδία σε συνεχώς εναλλασσόμενους και αυξομειούμενους τόνους που ασκεί, σε κάθε όντως “περίπτωση” έργου, μιαν ανεξάντλητη σε πνοή, γητειά. Και όλα αυτά, μέσα από ένα εξαιρετικά -λιτό σε ταυτότητα σχημάτων- εικαστικό ρεπερτόριο. Ρεπερτόριο που διευρύνεται ανεξάντλητα, χάρη: στην οπτική γωνία, στη δομή της σύνθεσης, στα χρώματα μεσ’ από τα οποία αισθάνεται και -το κυριότερο- αφουγκράζεται το κυρίως θέμα του, ο καλλιτέχνης.
Πρωταγωνίστρια, η πολιτογραφημένη “νεκρή” αλλά όμως, “ολοζώντανη” στα έργα του Αμάραντου “φύση”, αυτοκαταργείται σχηματικά και δομικά, για να αποτελέσει δημιουργικό και σχεδόν μεταφυσικό πρόσχημα για εξαιρετικά ποιητικές συνθέσεις. Και αυτό, με μοχλό το χρώμα-φως και αντίστροφα.
Πρόκειται για συνθέσεις στις οποίες καταργείται, χαρισματικά, η όποια ταυτότητα των επιμέρους εικόνων ή και παραστατικών στοιχείων-στοιχειών για να σημάνει μιαν, όντως, μετουσίωση από την υλική παρουσία στην άϋλη. Από το φυσικό παράστημα στο μεταφυσικό.
Ενορχηστρωμένα τα εικονογραφικά στοιχεία, εδώ, έτσι ώστε να προβάλλουν και να λειτουργούν σαν ιδιαίτερα ερεθιστικές νύξεις για τη σήμανση, όχι μιας δεδομένης κατάστασης αλλά μιας ολόκληρης ατμόσφαιρας, με ένα ανεξάντλητο δυναμικό υποβολής: αποκαλύπτουν τη διττά δημιουργική ιδιοσυγκρασία του καλλιτέχνη σαν ζωγράφου και σαν ποιητή.
Κατορθώνει, όντως, ο Αμάραντος, χάρη στην ενστικτώδη αίσθηση που έχει για το φως, γενικότερα, και το χρώμα, ειδικότερα, να αποφύγει κάθε κίνδυνο διακοσμητικότητας, όπως και κάθε παραλληλισμό με τους καλλιτέχνες–οπαδούς του  pattern painting. Όντως, αν και μεσ’ από ένα εξαιρετικά λιτό εικονογραφικό ρεπερτόριο -επικεντρωμένο σε φυτά, σε καρέκλες και σε τραπέζια, σε ριγέ υφάσματα και αντίστοιχες οθόνες- κατορθώνει, χάρη στην εμπνευσμένη και χαρισματική χρήση του χρώματος να υποβάλλει ανεξάντλητους σε έρμα συνειρμούς και καταστάσεις.
Καταστάσεις που, διαπερασμένες από μιαν άφαντη αλλά υπαρκτή ποίηση, διεγείρουν ατελείωτα τη φαντασία και τον ψυχισμό μας. Και αυτό, γιατί πρόκειται για εικόνες βγαλμένες μες από τον ψυχισμό του καλλιτέχνη. Για εικόνες που, δυναμικά αντιδραστικές στα κακέκτυπα που έχουν επικρατήσει στον  “αιώνα της εικόνας” που βιώνουμε, είναι ταυτισμένες με τον παλμό και το πάθος του καλλιτέχνη.
Πάθος που ενυπάρχει ακόμη και στην παραμικρή αλλά τόσο σημαντική λεπτομέρεια: τα δύο π.χ. κατακίτρινα λεμόνια, δύο φωτεινές κηλίδες στο κατάμαυρο τραπέζι καταργούν σε υποβολή την οποιαδήποτε αφηγηματική εικόνα για να δηλώσουν, όσο γίνεται πιο άμεσα,  τη μεταφυσική πνοή που διέπει το σύμπαν. Το ίδιο, και τα όποια γεωμετρικά στοιχεία πάνω στα υφάσματα: γραμμές-ρίγες, λογής-λογής σχέδια αποδυναμώνονται ως προς τη συγκεκριμένη τους ταυτότητα για να ενισχυθούν σε ποιητική υπόσταση και σε δημιουργική πνοή. Τα κάθε λογής φυτά από φοίνικες και κάκτους μέχρι τα όποια κοινά λουλούδια σε γλάστρες προβάλλουν χρησμένα με την αύρα μιας μοναδικά, αινιγματικής παρουσίας. Μαρτυρίες της ύπαρξης ενός μετα-φυσικού κόσμου χάρη στο παράστημα με το οποίο τα έχει προικίσει ο καλλιτέχνης . Μαρτυρίες, κυρίως, της ανείπωτης διασύνδεσης ανάμεσα στα εγκόσμια και στα υπερκόσμια, στα υλικά και στα άϋλα, στα πασιφανή και στα φαινομενικά μόνον, αφανή. Κυρίως, όμως μαρτυρίες για το ότι ύλη και πνεύμα δεν αποτελούν παρά τις δύο διαφορετικές όψεις μιας και της αυτής υπέρτατης αλήθειας: της ενέργειας που διέπει το σύμπαν και στην οποία μόνον, ακροθιγώς, μπορούμε να ιδεασθούμε.                            
Συνεργός σε αυτήν την αίσθηση είναι και η οπτική γωνία μες από την οποία , ο καλλιτέχνης ενορχηστρώνει την όλη σύνθεση. Και αυτό, γιατί μας δηλώνει μες από απόλυτα παραστατικούς κόσμους, άλλους:  άδηλους, αλλά οπωσδήποτε και πάλι υπαρκτούς.

Εμπνευσμένες εικαστικές και συνάμα ποιητικές νύξεις, μας προσφέρει ο Αμάραντος με τον πιο άμεσο και χαρισματικό τρόπο. Και από μια πνοή δροσιάς, και από μιαν ανάσα το κάθε του έργο στην τύρβη που βιώνουμε, καθημερινά. Στις συνθέσεις του, δεν είναι μόνον το υδαρές ή το αέρινο στοιχείο-στοιχειό, δηλαδή: η θάλασσα ή και ουρανός που μας δημιουργούν αυτή την αίσθηση. Είναι η γόνιμη μετάλλαξη του οποιουδήποτε - ακόμη και του πιο ταπεινού -αντικειμένου σε πομπό και δέκτη μετα-φυσικών μηνυμάτων. Όντως, ο Αμάραντος έχει κατορθώσει να μετουσιώσει την όποια εμπειρία ή ανάμνησή του, σε ένα όσο γίνεται πιο αυθεντικό, υπερβατικό αποτέλεσμα. Πρόκειται πράγματι για έργα που εγγράφονται διαχρονικά στον ψυχισμό μας, καθώς δεν διευρύνουν μοναχά το οπτικό μας πεδίο, αλλά εμπλουτίζουν απεριόριστα την ίδια τη φαντασία μας. Και το κυριότερο: διεγείρουν το δημιουργικό μας ένστικτο που αποτελεί την ασπίδα σωτηρίας από τη χειμερία νάρκη στην οποία μας οδηγεί, αμετάκλητα, ο σύγχρονος τεχνοκρατικός α-πολιτισμός!

Ντόρα Ηλιοπούλου-Ρογκάν



Πρόλογος στο βιβλίο “Προς Δέκα Επιστολή”
Γράφει ο Μάνος Στεφανίδης
Ιστορικός Τέχνης - Τεχνοκριτικός

...Στον Μιχάλη Αμάραντο οι συνεχείς μορφοπλαστικές γραμμές, η κινητικότητα των χρωμάτων, το θετικό και το αρνητικό της φόρμας, το διάφανο και το συμπαγές της γραφής, η παραμόρφωση και η κλασικότητα, δίνουν στα θέματά του τον ιδιαίτερό τους χαρακτήρα.
Ο ζωγράφος θέλοντας να αποδώσει πρόσωπα, ξεκινά από τα προσωπεία τους φιλοτεχνεί πρώτα τις μάσκες που είναι δυνατόν αυτά να φορέσουν και ω! του θαύματος, οι μορφές βρίσκουν το χαρακτήρα τους, τα πορτραίτα την ψυχή τους. Το παιχνίδι είναι απλό, αλλά εξαιρετικά ευφυές.
Αντί παραδοσιακών βαρύγδουπων προσωπογραφιών, ο Αμάραντος επιλέγει να αποδώσει σύμβολα, τύπους, χαρακτηριστικά, εκφράσεις, στιγμές. Τις όψεις του ανεπαίσθητου τελικά. Εκεί, οι εικόνες του συναντώνται με τα κείμενα του Δουατζή και εκεί ακριβώς συντελείται η χημεία του παρόντος βιβλίου…